Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Μακεδονίτισσας
Άγιοι του Θεού πρεσβεύετε υπέρ ημών !

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

Αρματωμένος την Αρματωσιά του Θεού. Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης (Φ.Κόντογλου)

 
 

Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης
 

Από το βιβλίο «Ασάλευτο Θεμέλιο» Ακρίτας 1996. Ο Φώτης Κόντογλου αγαπητοί αναγνώστες, συνέβαλε με το έργο του στην διατήρηση της Ελληνορθόδοξης Παράδοσής μας. Τα 16 μικρά κείμενα στο Ασάλευτο Θεμέλιο άλλοτε διηγήματα και άλλοτε συνεπτυγμνένα, δυσεύρετα σήμερα, αναδημοσιεύονται με σκοπό να αφυπνίσουν.
Αρματωμένος την Αρματωσιά του Θεού.  
Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης
 
Του Αειμνήστου Φωτίου Κόντογλου

 Αύριο  είναι η γιορτή του αγίου Δημητρίου, μεγάλη γιορτή για όλη την Ελλάδα, πλην ιδιαίτερα για τη Θεσσαλονίκη, που είναι κ η πατρίδα του. Εκεί θα γίνει φέτος μεγαλύτερη πανήγυρη, επειδή γιορτάζουνε τα εγκαίνια της φημισμένης εκκλησιάς του, που κάηκε στα 1917 και τώρα είναι πάλι ξανακαινουργιευμένη από την υπηρεσία του υπουργείου της Παιδείας.

Η πρώτη εκκλησιά ήτανε ένα χτίριο από τα πιο αρχαία της χριστιανοσύνης, χτισμένη εκατό χρόνια ύστερα από τα 303 μ.X., που μαρτύρησε ο άγιος Δημήτριος. Αλλά κάηκε ύστερα από 300 χρόνια και ξαναχτίσθηκε τον καιρό που βασίλευε ο Λέοντας ο Σοφός. 

Αυτά τα ιστορικά και κάθε άλλη πληροφορία για το χτίριο, για τα ψηφιδωτά που στολίζουνε τους τοίχους, για τις τοιχογραφίες, μπορεί κανένας να τα μελετήσει καταλεπτώς σ ένα χρήσιμο βιβλίο που έγραψε τελευταία στην απλή γλώσσα ο ξεχωριστός βυζαντινολόγος Ανδρέας Ξυγγόπουλος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης.

Ο άγιος Δημήτριος μαζί με τον άγιο Γεώργιο, είναι τα δυό παλληκάρια της χριστιανοσύνης. Αυτοί είναι κάτω στη γη, κ οἱ δυό αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ είναι απάνω στον ουρανό. Στα αρχαία χρόνια τους ζωγραφίζανε δίχως άρματα, πλην στα κατοπινά τα χρόνια τους παριστάνουνε αρματωμένους με σπαθιά και με κοντάρια και ντυμένους με σιδεροπουκάμισα. Στον έναν ώμο έχουνε κρεμασμένη την περικεφαλαία και στον άλλον το σκουτάρι, στη μέση είναι ζωσμένοι τα λουριά που βαστάνε το θηκάρι του σπαθιού και το ταρκάσι πόχει μέσα τις σαγίτες και το δοξάρι.

Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από το πάρσιμο της Πόλης, οι δυο αυτοί άγιοι και πολλές φορές κι άλλοι στρατιωτικοί άγιοι ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι απάνω σε άλογα, σε άσπρο ο άγιος Γεώργης, σε κόκκινο ο άγιος Δημήτρης. Κι ὁ μεν ένας κονταρίζει ένα θεριό κι ο άλλος έναν πολεμιστή, τον Λυαίο.


Αυτά τα άρματα που φοράνε ετούτοι οι άγιοι, παριστάνουνε όπλα πνευματικά, σαν και κείνα που λέγει ο απόστολος Παύλος:
«Ντυθήτε την αρματωσιά του Θεού για να μπορέσετε να αντισταθήτε στα στρατηγήματα του διαβόλου. Γιατί το πάλεμα το δικό μας δεν είναι καταπάνω σε αίμα και σε κρέας, αλλά καταπάνω στις αρχές, στις εξουσίες, καταπάνω στους κοσμοκράτορες του σκοταδιού σε τούτον τον κόσμο και καταπάνω στα πονηρά πνεύματα στον άλλον κόσμο. Για τούτο ντυθήτε την πανοπλία του Θεού, για να μπορέσετε να βαστάξετε κατά την πονηρή την ημέρα, κι ἀφοῦ κάνετε όσα είναι πρεπούμενα, να σταθήτε. Το λοιπόν, σταθήτε γερά, έχοντας περιζωσμένη τη μέση σας με αλήθεια, και ντυμένοι με το θώρακα της δικαιοσύνης και με τα πόδια σας σανταλωμένα για να κηρύξετε το Ευαγγέλιο της ειρήνης κι από πάνω από όλα σκεπασθήτε με το σκουτάρι της πίστης, που με δαύτο θα μπορέσετε να σβήσετε όλες τις πυρωμένες σαγίτες του πονηρού. Και φορέσετε την περικεφαλαία της σωτηρίας και το σπαθί του πνεύματος, που είναι ο λόγος του Θεού».

Αυτός ο ηρωικός και καρτερικός χαραχτήρας, που έχουνε οι πολεμιστές οπού μαρτυρήσανε για τον Χριστό σαν άκακα αρνιά, ανάγεται στα πνευματικά.

Ο άγιος Δημήτριος περισκεπάζει όλη την οικουμένη, όπως λέγει το τροπάρι του, αλλά ιδιαίτερα προστατεύει τη Θεσσαλονίκη, που τη γλύτωσε πολλές φορές και στέκεται κι ανθίζει ως τα σήμερα, καινούριος μέγας Αλέξαντρος, που η δύναμή του κ η αντρεία του δεν χαθήκανε με το θάνατό του, όπως έγινε στον Αλέξαντρο, αλλά ζει και φανερώνεται στον αιώνα, σ' όσους τον παρακαλάνε με θερμή καρδιά.

Η πατρίδα του βρίσκεται ολοένα σε κίνδυνο και σε σκληρές περιστάσεις κι ολοένα τον κράζει να τη βοηθήσει και να τη γλυτώσει. Και φέτος, ύστερα από τόσες γενεές που προστρέξανε με δάκρυα στην προστασία του, πάλι θα δράμουνε οι βασανισμένοι χριστιανοί στην εκκλησία του και θα κλάψουνε και θα ψάλλουνε πάλι το τροπάρι που λέγει: «Φρούρησον, πανεύφημε, την σε μεγαλύνουσαν πόλιν από των εναντίον προσβολών, παρρησίαν ως έχων προς Χριστόν τον σε δοξάσαντα».
Ο άγιος Δημήτριος, ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 260 μ.X. Οι γονιοί του ήτανε επίσημοι άνθρωποι κι ὁ Δημήτριος κοντά στη φθαρτή δόξα που είχε από το γένος του, ήτανε στολισμένος και με χαρίσματα άφθαρτα, με φρονιμάδα, με γλυκύτητα, με ταπείνωση, με δικαιοσύνη και με κάθε ψυχική ευγένεια. Όλα τούτα ήτανε σαν ακριβά πετράδια που λάμπανε απάνω στην κορόνα που φορούσε, κι αυτή η κορόνα ήτανε η πίστη στον Χριστό.

Εκείνον τον καιρό βασίλευε στη Ρώμη ο Διοκλητιανός κι είχε διορισμένον καίσαρα, στα μέρη της Μακεδονίας και στα ανατολικά, ένα σκληρόκαρδο και αιμοβόρον στρατηγό που τον λέγανε Μαξιμιανό, θηρίο ανθρωπόμορφο, όπως ήτανε όλοι αυτοί οι πολεμάρχοι, που βαστούσανε κείνον τον καιρό με το σπαθί τον κόσμο, ο Διοκλητιανός, ο Μαξέντιος, ο Μαξιμίνος, ο Γαλέριος, ο Λικίνιος, πετροκέφαλοι, αγριοπρόσωποι, δυνατοσάγωνοι, πικρόστομοι, με λαιμά κοντά και χοντρά σαν βαρέλια, αλύπητοι, φοβεροί. Αυτός διώρισε τον Δημήτριο άρχοντα της Θεσσαλονίκης κι ὅταν γύρισε από κάποιον πόλεμο, μάζεψε τους αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη για να κάνουνε θυσία στα είδωλα. Τότε ο Δημήτριος είπε πως είναι χριστιανός και πως δεν παραδέχεται για θεούς τις πελεκημένες πέτρες.

Ο Μαξιμιανός φρύαξε και πρόσταξε να τον δέσουνε και να τον φυλακώσουνε σ' ένα λουτρό. Όσον καιρό ήτανε φυλακισμένος, ο κόσμος πρόστρεχε με θρήνο κι άκουγε τον Δημήτριο που δίδασκε το λαό για την πίστη του Χριστού.
η εικόνα του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη είναι δια χειρός Φώτη Κόντογλου το 1948 
η οποία βρίσκεται στον Ιερό ναό Αγίου Ανδρέα Κάτω Πατησίων.

Ένα παλληκαρόπουλο, ο Νέστορας, πήγαινε κι αυτός κάθε μέρα κι ἄκουγε τη διδασκαλία του. Εκείνες τις ημέρες, παλεύανε πολλοί αντρειωμένοι μέσα στο στάδιο κι ο Μαξιμιανός χαιρότανε γι’ αυτά τα θεάματα· μάλιστα είχε σε μεγάλη τιμή έναν μπεχλιβάνη που τον λέγανε Λυαίο, άνθρωπο θηριόψυχο και χεροδύναμο, ειδωλολάτρη και βλάστημο, φερμένον από κάποιο βάρβαρο έθνος.

Βλέποντας ο Νέστορας πως τους είχε ρίξει κάτω όλους αυτός ο Λυαίος, και πως καυχιότανε πως είχε τη δύναμη του Άρη και πως κανένας ντόπιος δεν αποκοτούσε να παλέψει μαζί του, πήγε στη φυλακή και παρακάλεσε τον άγιο Δημήτριο να τον βλογήσει για να ντροπιάσει τον Λυαίο και τον Μαξιμιανό και τη θρησκεία τους.

Κι
ὁ άγιος Δημήτριος έκανε την προσευχή του και τον σταύρωσε και παρευθύς έδραμε ο Νέστορας στο στάδιο και πάλεψε με κείνον τον άγριο το γίγαντα και τον έριξε χάμω και τον έσφαξε. Τότε ο Μαξιμιανός έγινε θηρίο από το θυμό του και μαθαίνοντας πως ο Νέστορας ήτανε χριστιανός και πως τον είχε βλογήσει ο Δημήτριος, πρόσταξε να τους σκοτώσουνε.

Σαν πήγανε στη φυλακή οι στρατιώτες, τρυπήσανε τον Δημήτριο με τα κοντάρια και έτσι πήρε τ' αμάραντο στέφανο, στις 26 Οκτωβρίου 296· μάλιστα είναι γραμμένο πως σαν είδε τους στρατιώτες να ρίχνουνε τα κοντάρια καταπάνω του, σήκωσε ψηλά το χέρι του και τον πήρανε οι κονταριές στο πλευρό, για να αξιωθεί το τρύπημα της λόγχης που δέχτηκε ο Χριστός στην πλευρά του κ έβγαλε αίμα και νερό η λαβωματιά του.

Τον Νέστορα τον αποκεφαλίσανε την άλλη μέρα έξω από το κάστρο. Οι χριστιανοί σηκώσανε τα άγια λείψανα και τα θάψανε αντάμα, κι από τον τάφο έβγαινε άγιο μύρο που γιάτρευε τις αρρώστιες, για τούτο τον λένε και μυροβλύτη. Απάνω στον τάφο χτίσθηκε εκκλησιά, τον καιρό που βασίλεψε ο
μέγας Κωνσταντίνος


Στα κατοπινά χρόνια χτίσθηκε η μεγάλη εκκλησιά η τωρινή και στα 1143 ο βασιλέας Μανουήλ ο Κομνηνός έστειλε και πήρε στην Κωνσταντινούπολη την εικόνα του αγίου και την έβαλε στο μοναστήρι του Παντοκράτορος που ήτανε χτισμένη η εκκλησία του από τους Κομνηνούς και που τη λένε σήμερα Ζεϊρέκ και την είχανε κάνει παλαιότερα τεκέ οι ντερβίσηδες.

Στα εικονίσματά του είναι ζωγραφισμένος απάνω σε κόκκινο αντρειωμένο άλογο, που κοιτάζει σαν άνθρωπος, ομορφοσελωμένο, στολισμένο με χάμουρα και με γκέμια χρυσά, με τα μπροστινά ποδάρια σηκωμένα στον αγέρα, με την ουρά ανακαμαριασμένη, αλαφιασμένο από τον Λυαίο που κείτεται ματοχωμένος χάμω, τρυπημένος από το κοντάρι του αγίου Δημητρίου. Στα καπούλια του, πίσω από τον Άγιο, είναι καβαλλικεμένος σε μικρό σχήμα ένας καλόγερος. Είναι ο επίσκοπος Γαβριήλ, δεσπότης του Δαμαλά, που τον πιάσανε σκλάβο οι κουρσάροι μπαρμπερίνοι στα 1603 και τον πουλήσανε στο Αλγέρι, στον μπέη, που τον επήρε στο σεράγι του.

Κάθισε κάμποσα χρόνια σκλάβος και παρακαλούσε μέρα νύχτα με δάκρυα να τον λευτερώσει ο άγιος Δημήτριος. Όπου, μια μέρα σαν αύριο, παραμονή τ' αγίου Δημητρίου, τον είδε στον ύπνο του πως πήγε με τ άλογο και τον έβαλε καβάλα και φύγανε από την Αραπιά. Και σαν ξύπνησε το πρωί, βρέθηκε λεύτερος στη Θεσσαλονίκη και δόξασε το Θεό και τον άγιο Δημήτριο και μπήκε σ ένα καράβι και πήγε στον Πόρο κι από τότε στα εικονίσματά του ζωγραφίζανε και το δεσπότη.

Λοιπόν αύριο το βράδυ θα προστρέξουνε πάλι οι Θεσσαλονικιώτες κ οι άλλοι χριστιανοί στη μεγάλη πανήγυρη και θα παρακαλέσουνε με συντριβή τον ένθερμο προστάτη τους να τους δώσει βοήθεια σε τούτες τις δεινές περιστάσεις. Και θα μαζευτούνε ο λαός ο ορθόδοξος κ οι άρχοντες κ οι δεσποτάδες και παπάδες και καλόγεροι και θα ψάλουνε στο μεγάλον εσπερινό τα κατανυχτικώτατα τροπάρια, με το μουσικό μέλος της Ορθοδοξίας· γιατί η Θεσσαλονίκη είναι η κιβωτός που σώθηκε η ορθόδοξη λατρεία από τον κατακλυσμό της φραγκολεβαντινιάς που πάγει να μας πνίξει με τους ανούσιους νεωτερισμούς της.

Εκεί θα συναχτούνε οι καλοί οι ψαλτάδες που ψέλνουνε ακόμα με κείνη τη σοβαρή ψαλμωδία που κρατά από τότε που θεμελιώθηκε η σεβάσμια τούτη εκκλησία, πούναι το καύχημα κ ἡ παρηγοριά της Ανατολής, ύστερα από την Αγιά Σοφιά της Κωνσταντινούπολης.

Και μεθαύριο στη λειτουργία, θα ψάλουνε στους Αίνους τα εξαίσια προσόμοια που είναι γεμάτα πόνο και ελπίδα και αγιασμένον ενθουσιασμό. Τάχει συνθέσει ένας από τους γλυκύτερους ποιητές της εκκλησίας μας, ο άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός, ψυχή πονεμένη και καρτερική. Και θα σας εξηγήσω με λίγα λόγια πως βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη και μελώδησε αυτά τα συγκινητικά τροπάρια.

Αυτός ο άγιος μαζί με τον αδελφό του τον Θεόδωρο λέγονται «Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί». Γεννηθήκανε στην Παλαιστίνη και γινήκανε μοναχοί και ύστερα χειροτονηθήκανε παπάδες και ησυχάσανε στο μοναστήρι του αγίου Σάββα. Ήτανε κι οἱ δυό σπουδασμένοι στο έπακρο και γνωρίζανε κατά βάθος την ελληνική και την αραβική γλώσσα.

Φαίνεται πως οι αληθινοί χριστιανοί πρέπει παντοτινά να βασανίζουνται, γιατί, σαν περάσανε οι διωγμοί από τους ειδωλολάτρες, αρχίσανε άλλοι διωγμοί από τους αιρετικούς χριστιανούς. Κι ὅσοι βασανισθήκανε από τους ειδωλολάτρες γινήκανε μάρτυρες, κι ὅσοι βασανισθήκανε από τους χριστιανούς αιρετικούς γινήκανε ομολογητές.

Τέτοιοι ομολογητές είναι και γράφουνται και τα δυό τούτα αγιασμένα αδέλφια, ο Θεόδωρος κι ὁ Θεοφάνης. Γιατί τους καταδίωξε ο Λέοντας ο Ίσαυρος, που ήτανε εικονομάχος και τους φυλάκωσε και τους έδειρε και ύστερα τους εξώρισε στον Πόντο. Κι ὁ μεν Θεόδωρος τελείωσε τον αγώνα στη δεύτερη εξορία που τους έστειλε ο Θεόφιλος, ο τρίτος εικονομάχος αυτοκράτορας ύστερα από τον Λέοντα, και πέθανε σ ένα ερημονήσι που το λέγανε Αρουσία, μέσα σε μεγάλα δεινά και σε στερήσεις. 

Ο δε Θεοφάνης εξωρίσθηκε στη Θεσσαλονίκη κ ἐκεῖ, σκλάβος και τυραννισμένος, σύνθεσε με κλαυθμό ψυχής αυτά τα τροπάρια, που με δαύτα ικετεύει τον άγιο Δημήτριο να γλυτώσει τη χριστιανοσύνη από τους ασεβείς και τυραννικούς ανθρώπους, και τη Θεσσαλονίκη από τους βαρβάρους που τη ζώνανε. Και λέγουνται Γραπτοί, επειδή ο Θεόφιλος πρόσταξε και τυπώσανε με πυρωμένο σίδερο απάνω στα μέτωπά τους ένα αδιάντροπο ποίημα που έκανε κάποιος αυλοκόλακας. 

Ο άγιος Θεοφάνης, άμα πέθανε ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, ψηφίσθηκε επίσκοπος Νικαίας και εκοιμήθη, γέροντας γεμάτος από πνευματική ευωδία, στα 850 μ.X. Ο Νικηφόρος Κάλλιστος τον λέγει ηδύφωνον μουσικόν αυλόν κι ὁ Σουΐδας ποιητήν. Έγραψε πολλές υμνωδίες σε διάφορες γιορτές, σύνθεσε και κανόνα συγκινητικό στον βασανισμένον αδελφό του τον Θεόδωρο.

Από τα τροπάρια των Αίνων που είπαμε, το πρώτο έχει περισσότερον πόνο και πάθος και σ αὐτὸ συνεταίριαξε ο ποιητής τεχνικά τη θλίψη του για το διωγμό της ορθοδοξίας με το υμνολόγημα του αγίου και με την καρτερική ελπίδα για τη σωτηρία της θεοσκέπαστης Θεσσαλονίκης, που και κείνον τον καιρό βρισκότανε σε αγωνία. Αυτά τα τροπάρια ταιριάζουνε πάντα στις δεινές δοκιμασίες που πέρασε απανωδιαστά η Θεσσαλονίκη από τον καιρό του Διοκλητιανού ίσαμε σήμερα.
Παρακάτω βάζω αυτό το τροπάρι και το μεταγυρίζω στην απλή γλώσσα, 
πλην χωρίς να μπορέσω να σιμώσω στο πρωτόγραφο:

«Δεύρο, μάρτυς Χριστού, προς ημάς, σου δεομένους συμπαθούς επισκέψεως και ρύσαι κεκακωμένους τυραννικαίς απειλαίς και δεινή μανία της αιρέσεως· υφ ἧς ως αιχμάλωτοι και γυμνοί διωκόμεθα, τόπον εκ τόπου διαρκώς διαμείβοντες και πλανώμενοι εν σπηλαίοις και όρεσιν. Οίκτειρον ουν, πανεύφημε, και δος ημίν άνεσιν· παύσον την ζάλην και σβέσον την καθ ἡμῶν αγανάκτησιν, Θεόν ικετεύων, τον παρέχοντα τω κόσμω το μέγα έλεος».

«Έλα, μάρτυρα του Χριστού, σε μας, που έχουμε μεγάλη ανάγκη από τη συμπονετικιά σου την επίσκεψη και γλύτωσέ μας από τις τυραννικές φοβέρες κι ἀπὸ τη δεινή μανία της αιρέσεως· που μας κατατρέχει σα νάμαστε σκλάβοι και περπατούμε γυμνοί δώθε και κείθε κι ἀλλάζουμε ολοένα τόπο με τόπο και πλανιόμαστε σαν τ ἀγρίμια στα βουνά και στα σπήλαια. Λυπήσου μας, πανεύφημε, και δώσε μας ανάπαψη, πάψε τη ζάλη και σβήσε την αγανάχτηση που σηκώθηκε καταπάνω μας, παρακαλώντας το Θεό, που δίνει στον κόσμο το μέγα έλεος».
 
Επιμέλεια αφιερώματος Σοφία Ντρέκου
 
 

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Η ψυχή μετά τον θάνατο – Οι πρώτες δύο ημέρες

 
 
Για διάστημα δύο ημερών η ψυχή απολαύει σχετικής ελευθερίας και έχει δυνατότητα να επισκεφθεί τόπους που της ήτα προσφιλείς στο παρελθόν, αλλά την Τρίτη ημέρα μετακινείται σε άλλες σφαίρες.
Εδώ ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης απλώς επαναλαμβάνει τη διδασκαλία που η Εκκλησία ήδη γνωρίζει από τον 4ο αιώνα, όταν ο άγγελος που συνόδευσε τον Αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας στην έρημο,…
του είπε, θέλοντας να ερμηνεύσει την επιμνημόσυνη δέηση της Εκκλησίας για τους νεκρούς την Τρίτη ημέρα μετά θάνατο:
«Όταν γίνεται η προσφορά της αναίμακτης θυσίας (μνημόσυνο στη θεία λειτουργία) στην Εκκλησία την τρίτη ημέρα, η ψυχή του κεκοιμημένου δέχεται από τον φύλακα άγγελο της ανακούφιση για τη λύπη που αισθάνεται λόγω του χωρισμού της από το σώμα… Στο διάστημα των δύο πρώτων ημερών επιτρέπεται στην ψυχή να περιπλανηθεί στον κόσμο, οπουδήποτε εκείνη επιθυμεί, με τη συντροφιά των αγγέλων που τη συνοδεύουν.
Ως εκ τούτου η ψυχή, επειδή αγαπά το σώμα, μερικές φορές περιφέρεται στο οίκημα στο οποίο το σώμα της είχε σαβανωθεί, περνώντας έτσι δύο ημέρες όπως ένα πουλί που γυρεύει τη φωλιά του. Αλλά η ενάρετη ψυχή πλανιέται σε εκείνα τα μέρη στα οποία συνήθιζε να πράττει αγαθά έργα. Την τρίτη ημέρα, Εκείνος ο Οποίος ανέστη ο Ίδιος την τρίτη ημέρα από τους νεκρούς καλεί την ψυχή του Χριστιανού να μιμηθείτη δική Του ανάσταση, να ανέλθει στους Ουρανούς όπου θα λατρεύει το Θεό όλων.»
Στην Ορθόδοξη νεκρώσιμη ακολουθία, ο Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός περιγράφει παραστατικά την κατάσταση της ψυχής η οποία, έχοντας μεν αφήσει το σώμα αλλά παραμένοντας στη γη, είναι ανίκανη να επικοινωνήσει με τους αγαπημένους της τους οποίους βλέπει: «Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζόμενη εκ του σώματος! Οίμοι, πόσα δακρύει τότε, και ουχ υπάρχει ο ελεών αυτήν! Προς τους αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα, ουκ έχει τον βοηθούντα. Διό, αγαπητοί μου αδελφοί, εννοήσαντες ημών το βραχύ της ζωής, τω μεταστάντι την ανάπαυσιν, παρά Χριστού αιτησώμεθα, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος».
Σε γράμμα του προς τον αδελφό μιας αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος γράφει: «Η αδελφή σου δεν θα πεθάνει. Το σώμα του ανθρώπου πεθαίνει, αλλά η προσωπικότητά του συνεχίζει να ζει. Απλώς μεταφέρεται σε μια άλλη τάξη ζωής… Δεν είναι εκείνη που θα βάλουν στον τάφο. Εκείνη βρίσκεται σε έναν άλλο τόπο όπου θα είναι θα είναι ακριβώς το ίδιο ζωντανή όσο και τώρα. Τις πρώτες ώρες και ημέρες θα βρίσκεται γύρω σου. Μόνο που δεν θα λέει τίποτα και εσύ δεν θα μπορείς να την δεις. Θα είναι όμως ακριβώς εδώ.
Να το έχεις αυτό στο νου σου. Εμείς που μένουμε πίσω θρηνούμε για τους κεκοιμημένους, όμως για εκείνους τα πράγματα είναι αμέσως πιο εύκολα. Είναι πιο ευτυχισμένοι στη νέα κατάσταση. Όσοι έχουν πεθάνει και κατόπιν επαναφέρθηκαν στο σώμα διαπίστωσαν ότι το σώμα ήταν μια πολύ στενάχωρη κατοικία. Και η αδελφή σου θα αισθάνεται έτσι. Είναι πολύ καλύτερα εκεί, και εμείς νοιώθουμε οδύνη σαν να της έχει συμβεί κάτι απίστευτα κακό! Θα μας κοιτάζει και σίγουρα θα μένει κατάπληκτη με την αντίδρασή μας».
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η ανωτέρω περιγραφή των πρώτων δύο ημερών του θανάτου αποτελεί γενικό κανόνα, ο οποίος κατά κανένα τρόπο δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Πράγματι τα περισσότερα παραδείγματα από την Ορθόδοξη γραμματεία, δεν συνάδουν με αυτόν τον κανόνα, και ο λόγος είναι φανερός: οι άγιοι, μην έχοντας καμιά απολύτως προσκόλληση στα εγκόσμια και ζώντας σε διαρκή προσδοκία της αναχώρησής τους για την άλλη ζωή, δεν ελκύονται καν από τους τόπους όπου έπρατταν τα αγαθά τους έργα αλλά ξεκινούν αμέσως την άνοδο τους στους Ουρανούς.
Άλλοι, ξεκινούν την άνοδο τους πριν το τέλος των δύο ημερών για κάποιον ειδικό λόγο που μόνον η Θεία Πρόνοια γνωρίζει. Από την άλλη οι σύγχρονες «μεταθανάτιες» εμπειρίες, ατελείς καθώς είναι, ανήκουν όλες στον εξής κανόνα: η «εξωσωματική» κατάσταση αποτελεί μόνο το ξεκίνημα της αρχικής περιόδου ασώματης «περιπλάνησης» της ψυχής στους τόπους των επιγείων δεσμών της. Όμως κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει παραμείνει νεκρός για αρκετό χρονικό διάστημα, έστω μέχρι να συναντήσει τους αγγέλους που πρόκειται να τον συνοδεύσουν.
οί επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας για την μετά θάνατον ζωή, θεωρούν ότι τέτοιες αποκλίσεις από το γενικό κανόνα για την μεταθανάτια εμπειρία αποδεικνύουν την ύπαρξη «αντιφάσεων» στην Ορθόδοξη διδασκαλία. Αυτοί οι επικριτές όμως είναι απλώς και μόνο προσκολλημένοι στις «κατά γράμμα» ερμηνείες. Η περιγραφή των πρώτων δύο ημερών, καθώς και των επομένων, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κάποια μορφή δόγματος. Είναι απλώς ένα «μοντέλο», το οποίο μάλιστα εκφράζει την πιο συνηθισμένη χρονική σειρά των εμπειριών της ψυχής μετά τον θάνατο.
Οι πολλές περιπτώσεις, τόσο στην Ορθόδοξη γραμματεία όσο και στις αναφορές σύγχρονων σχετικών εμπειριών, όπου οι νεκροί έχουν στιγμιαία εμφανιστεί στους ζωντανούς μέσα στην πρώτη ή τις δύο πρώτες ημέρες μετά το θάνατο, μερικές φορές σε όνειρα, είναι παραδείγματα που επαληθεύουν το ότι όντος η ψυχή συνήθως παραμένει κοντά στη γη για κάποια σύντομη χρονική περίοδο. Κατά την τρίτη ημέρα, και συχνά πιο πριν, η περίοδος αυτή φθάνει στο τέλος της.
Τα τελώνια
Την ώρα αυτή (την τρίτη ημέρα), η ψυχή διέρχεται από λεγεώνες πονηρών πνευμάτων που παρεμποδίζουν την πορεία της και την κατηγορούν για διάφορες αμαρτίες, στις οποίες αυτά τα ίδια την είχαν παρασύρει. Σύμφωνα με διάφορες θεϊκές αποκαλύψεις υπάρχουν είκοσι τέτοια εμπόδια, τα επονομαζόμενα «τελώνια», σε καθένα από τα οποία περνά από δοκιμασία κάθε μορφή αμαρτίας.
Η ψυχή αφού περάσει από ένα τελώνιο, συναντά το επόμενο, και μόνον αφού έχει διέλθει επιτυχώς από όλα τα τελώνια μπορεί αν συνεχίσει την πορεία της χωρίς να απορριφθεί βιαίως στη γέεννα. Το πόσο φοβεροί είναι αυτοί οι δαίμονες και τα τελώνια τους φένεται στο γεγονός ότι η ίδια η Παναγία, όταν πληροφορήθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ τον επικείμενο θάνατο Της, ικέτευσε τον Υιό Της να διασώσει την ψυχή Της από αυτούς τους δαίμονες και απαντώντας στην προσευχή Της, ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός εμφανίστηκε από τους Ουρανούς για να παραλάβει την ψυχή της Πάναγνου Μητρός Του και να την οδηγήσει στους Ουρανούς.
Φοβερή είναι πράγματι, η τρίτη ημέρα για την ψυχή του απελθόντος, και για το λόγο αυτό η ψυχή έχει ιδιαίτερη ανάγκη τότε από προσευχές για την σωτηρία της.
Σύντομα, μετά τον θάνατο, η ψυχή πράγματι βιώνει μια κρίση, τη Μερική Κρίση, ως τελική συγκεφαλαίωση του «αοράτου πολέμου» που έχει διεξαγάγει ή που απέτυχε να διεξαγάγει, στην επίγεια ζωή κατά τω πεπτωκότων πνευμάτων. Συνεχίζοντας την επιστολή του προς τον αδελφό της αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο έγκλειστος γράφει: «Λίγο μετά το θάνατο, η ψυχή αρχίζει έναν αγώνα για να καταφέρει να διέλθει από τα τελώνια. Στον αγώνα της η αδελφή σου χρειάζεται βοήθεια! Θα πρέπει να στρέψεις όλη σου την προσοχή και όλη σου την αγάπη γι’ αυτήν στο πως θα την βοηθήσεις.
Πιστεύω πως η μεγαλύτερη έμπρακτη απόδειξη της αγάπης σου θα είναι να αφήσεις την φροντίδα του νεκρού της σώματος στους άλλους, να αποχωρήσεις και, μένοντας μόνος σου οπουδήποτε μπορείς, να βυθιστείς σε προσευχή για την ψυχή της, για τη νέα κατάσταση στην οποία βρίσκεται και για τις καινούριες, απροσδόκητες ανάγκες της. Συνέχισε την ακατάπαυστη ικεσία σου στον Θεό για έξι εβδομάδες και περισσότερο. Όταν πέθανε η Οσία Θεοδώρα, το σακούλι από το οποίο πήραν χρυσό οι άγγελοι για να τη γλιτώσουν από τα τελώνια ήταν οι προσευχές του πνευματικού της πατέρα. Έτσι θα γίνει και με τις δικές σου προσευχές. Μην παραλείψεις να κάνεις όσα σου είπα. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη.»
Το «σακούλι» από το οποίο πήραν «χρυσό» οι άγγελοι και «εξόφλησαν τα χρέη» της Οσίας Θεοδώρας στα τελώνια έχει συχνά παρανοηθεί από κάποιους επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας. Μερικές φορές συγκρίνεται με τη λατινική έννοια του «πλεονάσματος χάριτος» των αγίων. Στην περίπτωση αυτή, τέτοιοι επικριτές ερμηνεύουν κατά γράμμα τα Ορθόδοξα κείμενα. Σε τίποτε άλλο δεν αναφέρεται το παραπάνω απόσπασμα παρά στις προσευχές της Εκκλησίας για τους αναπαυθέντες και ειδικότερα στις προσευχές ενός αγίου ανθρώπου και πνευματικού πατέρα. Είναι σχεδόν περιττό να πούμε ότι όλες αυτές οι περιγραφές έχουν μεταφυσική έννοια.
 
Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί τη διδασκαλία περί τελωνίων τόσο σημαντική, ώστε έχει συμπεριλάβει σχετικές αναφορές σε πολλές από τις ακολουθίες της, μερικές εκ των οποίων αναφέρονται στο κεφάλαιο περί τελωνίων. Ειδικότερα, η Εκκλησία θεωρεί ιδιαιτέρως απαραίτητο να συνοδεύει με αυτήν τη διδασκαλία κάθε τέκνο της που αποθνήσκει.
 
Στον «Κανόνα για την Αναχώρηση της Ψυχής», που διαβάζεται από τον ιερέα στο νεκρικό κρεβάτι κάθε πιστού, υπάρχουν τα παρακάτω τροπάρια:
 
«Καθώς φεύγω από τη γη, αξίωσέ με να διέλθω ανεμπόδιστα από τον άρχοντα του αέρα, το διώκτη και βασανιστή, εκείνον που ως άδικος ανακριτής στέκεται πάνω στους φοβερούς δρόμους». (4η Ωδή)
 
«Ω Πανένδοξε Θεοτόκε, οδήγησέ με εις τους Ουρανούς, στα ιερά και πολύτιμα χέρια των αγίων αγγέλων ώστε, προστατευμένος μέσα στα φτερά τους, να μην αντικρύσω τη ρυπαρή, αποκρουστική και σκοτεινή μορφή των δαιμόνων». (6η Ωδή)
 
 

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

Προσευχές γιά ἀπαλλαγή ἀπό κατάθλιψη καί ψυχικά νοσήματα

 
 

Εὐχή ἐκτενής γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν Κατάθλιψη καί τά ποικίλα ψυχολογικά νοσήματα


Δέσποτα Πολυέλεε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Ἰατρέ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, ἐλθέ καί θεράπευσον καί ἐμέ τόν ἀχρεῖον δοῦλον σου.
Ἐμακρύνθην ἀπό Σοῦ. Ἐπλήγωσα τήν Ἀγαθότητα καί τήν Ἀγάπην Σου. Ἥμαρτον εἰς τόν Οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου. Πάσας τάς ἀνομίας διέπραξα. Ὅλος κεῖμαι στερημένος πάσης ἀρετῆς καί ὑγείας ψυχικῆς καί σωματικῆς. Τό σῶμα μου ἡσθένησε. Ἡ ψυχή ἐκακώθη. Τό πνεῦμα ἀδυνατεῖ. Ἡ βούλησις ἐξετράπη. Τά πάντα συμπνίγονται καί πάσχουν ἐντός μου. Κατέβην ἕως «Ἅδου κατωτάτου».
Λύτρωσέ με Κύριε ἀπό τόν ψυχικόν πνιγμόν τόν ὁδυνηρόν καί τό βάρος τῆς καρδίας τό καταθλίβον με δικαίως.
Πάσας τάς ἁμαρτίας διέπραξα. Αὗται πολεμοῦσι με. Αὗται ἐμποιοῦσι μοι τόν ἀφόρητον τοῦτον βάσανον. Ἐλέησόν με Κύριε. Μόνος ἐγώ πταίω διά τήν τοιαύτην ἐρήμωσιν καί καταστροφήν τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μου. Ὁ ἐγωισμός μέ ἐκυρίευσε. Ἡ ἀμέλεια μέ αἰχμαλώτισε. Ἡ ἀκηδία μέ ἐνέκρωσε. Συγχώρησόν μοι Κύριε καί θεράπευσον τήν ἀθλίαν ψυχήν μου. Ἀπέλασον μακράν ἀπ’ ἐμοῦ τό πονηρόν πνεῦμα τό ἐμποιοῦν ἐμοί τόν τοῦτον τόν ἀφόρητον πνιγμόν τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἀπομάκρυνον ἀπ’ ἐμοῦ τό βάρος τό καταθλῖβον τήν καρδίαν μου.

Ἐλευθέρωσον μου τήν ψυχήν  καί τό σῶμα, ἀπό πάσης ἀμελίας, ἀκηδίας, φυσιώσεως, μετεωρισμοῦ, καταθλίψεως, ἀπελπισίας, ἀδιαφορίας, ἀναισθησίας, ἀπογνώσεως καί νεκρώσεως.
Ἐγώ αὐτοπροαιρέτως ἐνέβαλλον τήν ψυχή μου εἰς ὅλα ταῦτα.
Συγχώρησόν μου Κύριε τά πλήθη τῶν ἁμαρτημάτων. Θεράπευσον με ἀπό τοῦ πλήθους τῶν παθῶν μου. Δός Κύριε ἵνα μή σέ λυπήσω ποτέ πλέον ἕνεκα τῶν παθῶν τῶν κυριευσάντων τήν ἀθλίαν ψυχή μου. Ἆρον ἀπ’ ἐμοῦ τόν κλοιόν τόν βαρύν τόν τῆς ἁμαρτίας. Ἀποδίωξον ἀπ’ ἐμοῦ πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον. Εἰρήνευσόν μου Κύριε τήν ζωήν καί τήν ψυχήν.
Καθάρισόν με ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος. Ὅπως δυνηθῶ ἐκφυγεῖν ἀπό τά πονηρά πνεύματα τά ἐμποιοῦντα ἐμοί τό σκότος καί τόν ζόφον, τήν ἀπόγνωσιν καί τήν κόλασιν. Ἀνόρθωσόν με ἀπό κλίνης ὀδυνηρᾶς καί στρωμνῆς κακώσεως. Ἡ κατάθλιψις καί ὁ φόβος καί ἡ αἰχμαλωσία τῶν λογισμῶν μου ἀποστραφήτωσαν ἀπ’ ἐμοῦ. Κύριε γεννηθήτω Σοι ὡς θέλεις.
Εὐδοκίᾳ τῆς Σῆς Ἀγαθότητος συντριβήτωσαν οἱ ἐχθροί μου καί ὁ παλαιός ἄνθρωπος σύν τοῖς πάθεσιν καί ταῖς ἐπιθυμίαις αὐτοῦ. Γένοιτο Κύριε τό θέλημά Σου ἐπ’ ἐμοί ὥστε χαίρων καί ἀγαλλόμενος, ἄλυπος καί φαιδρῷ τῷ προσώπῳ ἀκολουθῶ Σε καί δοξάζω Σε, ὑμνῶ καί εὐλογῶ Σε εἰς πάντας τούς αἰώνας. Ἐπίσκεψε καί ἐνίσχυσόν με διά τῆς Προνοητικῆς Δυνάμεώς Σου ἵνα Σέ δοξάζω καί ψάλλω, Σέ τόν Εὔσπλαχνον Κύριον σύν τῷ Πατρί καί τῷ Πνεύματι εἰς τούς αἰώνας. Σύ εἶ ὁ Παρακλήτωρ μου σύν τῷ Πανυπερπολυευσπλάχνῳ Πατρί καί τῷ Παναγίῳ Παρακλήτῳ Πνεύματι ἐν πάσαις ταῖς θλίψεσιν ταῖς εὑρούσαις με πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου.
Ἐλέησόν με Κύριε καί συγχώρησόν μοι τόν καταθλιμμένον καί κεκακωμένον ψυχῇ καί σώματι. Σύ εἶ ἡ Χαρά καί τό Φῶς, ἡ Ἀνάστασις καί ἡ Ζωή, τό Ἔαρ καί τό Πάσχα ἡμῶν τό Εὐφρόσυνον. Σύ ἐπηγγείλω ὑμῖν τό: «οὐ μή σέ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σέ ἐγκαταλείπω». Σύ εἶ Ὅστις κατῆλθες «ἕως Ἅδου ταμείων» ἀναζητῶν τό ἀπολωλός πρόβατον, τουτέστιν ἐμέ. Ἐλέησόν με Κύριε διά πρεσβειῶν τῆς Παναχράντου Σου Μητρός, τῆς Πανυπερευλογημένης Χαρᾶς Πάντων, δυνάμει τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σου Σταυροῦ τοῦ Ξύλου τῆς Ζωῆς, προστασίαις τῶν Τιμίων ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων, πρεσβείαις τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων Μιχαήλ καί Γαβριήλ, πρεσβείαις τῶν Ἁγίων ἐνδόξων καί πανευφήμων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων ἐνδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων, τῶν Ὁσίων καί Θεοφόρων  Πατέρων ἡμῶν, καί Πάντων Σου τῶν Ἁγίων, Ἀμήν.

Άλλη εὐχή ἁπλουστέρα γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τήν Κατάθλιψη καί τά ποικίλα ψυχολογικά νοσήματα


Δέσποτα Πολυέλεε, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Ἰατρέ τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, ἐλθέ καί θεράπευσον καί ἐμέ τόν ἀχρεῖον δοῦλον σου. Ἐμακρύνθην ἀπό Σοῦ. Ἐπλήγωσα τήν Ἀγαθότητα καί τήν Ἀγάπην Σου. Ἥμαρτον εἰς τόν Οὐρανόν καί ἐνώπιόν Σου. Πάσας τάς ἀνομίας διέπραξα. Ὅλος κεῖμαι στερημένος πάσης ἀρετῆς καί ὑγείας. Τό σῶμα μου ἡσθένησε. Ἡ ψυχή ἐκακώθη. Τό πνεῦμα ἀδυνατεῖ. Ἡ βούληση ἐξετράπη. Τά πάντα συμπνίγονται καί πάσχουν ἐντός μου. Λύτρωσέ με Κύριε ἀπό αὐτόν τόν ψυχικόν πνιγμόν πού δικαίως βιώνω. Οἱ πολλές μου ἁμαρτίες τόν προξένησαν. Ἐγώ πταίω διά τήν τοιαύτην ἐρήμωσιν καί καταστροφήν τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός μου. Ὁ ἐγωισμός μέ ἐκυρίευσε. Ἡ ἀμέλεια μέ αἰχμαλώτισε. Ἡ ἀκηδία μέ ἐνέκρωσε. Συγχώρησόν μοι Κύριε καί θεράπευσον τήν ἀθλίαν ψυχήν μου. Ἀπέλασον μακράν ἀπ’ ἐμοῦ τό πονηρόν πνεῦμα τό ἐμποιοῦν ἐν ἐμοί τοῦτον τόν ἀφόρητον πνιγμόν τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Ἀπομάκρυνον τό βάρος ἐκ τῆς καρδίας μου. Ἐλευθέρωσον ψυχή καί σῶμα ἀπό τήν ἀκηδία, τήν ἀπόγνωση, τήν νέκρωσιν. Ἐγώ αὐτοπροαιρέτως ἐνέβαλλον τήν ψυχή μου εἰς ὅλα ταῦτα.
Συγχώρησόν μου Κύριε τά πλήθη τῶν ἁμαρτημάτων. Θεράπευσόν με ἀπό τά πλήθη τῶν παθῶν. Κάνε Κύριε νά μήν σέ ξαναλυπήσω μέ ἁμαρτίες καί πάθη ἐνεργούμενα ἐντός μου. Ἆρον ἀπ’ ἐμοῦ τόν κλοιόν τόν βαρύν τόν τῆς ἁμαρτίας. Ἀποδίωξον ἀπ’ ἐμοῦ πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον. Εἰρήνευσόν μου Κύριε τήν ζωήν καί τήν ψυχήν. Καθάρισόν με ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος. Ὅπως δυνηθῶ ἐκφυγεῖν ἀπό τά πονηρά πνεύματα τά ἐμποιοῦντα ἐμοί τό σκότος καί τόν ζόφον καί τήν ἀπόγνωσιν καί τήν κόλασιν. Ἀνόρθωσέ με ἀπό κλίνης ὀδυνηρᾶς καί στρωμνῆς κακώσεως. Ἡ κατάθλιψις καί ὁ φόβος καί ἡ αἰχμαλωσία στούς λογισμούς μου ἄς μή μέ καταλάβουν ποτέ πλέον. Ἄν εἶναι αὐτό Κύριε τό δικό Σου θέλημα. Ἔτσι ὥστε χαίρων καί ἀγαλλώμενος νά Σέ δοξάζω καί νά Σέ ὑμνῶ καί νά ψάλλω τήν Εὐσπλαχνία Σου νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας. Νά δοξάζω καί τόν Πατέρα καί τό Πανάγιον Πνεῦμα, τούς Παρακλήτορας πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς τούς αἰώνας.
Ἐλέησόν με Κύριε καί συγχώρησόν μοι τόν καταθλιμμένον καί κεκακωμένον ψυχικῶς καί σωματικῶς, Ἐσύ πού εἶσαι ἡ Χαρά καί τό Φῶς καί ἡ Ἀνάστασις καί τό Πάσχα Ἡμῶν τό Εὐφρόσυνον. Ἐσύ πού μᾶς ὑποσχέθηκες «οὐ μή σέ ἀνῶ οὐδ’ οὐ μή σέ ἐγκαταλείπω». Ἐσύ ὁ Ὁποῖος κατῆλθες «ἕως Ἅδου ταμείων» ἀναζητῶν τό ἀπολωλός πρόβατον, τουτέστιν ἐμέ. Ἐλέησόν με Κύριε διά πρεσβειῶν τῆς Παναχράντου Σου Μητρός, τῆς Χαρᾶς Πάντων καί Πάντων Σου τῶν Ἁγίων, Ἀμήν.

Ἔτι καί ἑτέρα εὐχή

 
Δέσποτα Πολυέλεε Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με καί καθάρισόν με ἀπό πάσης μελαγχολίας καί ταραχῆς καί δειλίας. Ἀπάλλαξόν με ἀπό τοῦ ψυχικοῦ πνιγμοῦ καί τῆς δαιμονιώδους θλίψεως, ἥν αἰσθάνομαι ἐν τῷ σώματι καί ἐν τῇ ψυχῇ μου. Σύ εἶ ἡ Χαρά ἡμῶν καί ἡ Ἐλπίς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καί τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν. Ἵλεως γενοῦ μοι Δέσποτα ἐπί ταῖς ἁμαρτίαις μου. Ἇρον ἀπ’ ἐμοῦ τόν κλειόν τόν βαρύν τόν τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπογνώσεως. Ἀπέλασον πάσαν μελαγχολίαν καί ἀκηδίαν μακράν ἀπ’ ἐμοῦ. Στερέωσόν με ἐν τῇ ἀγάπη τῇ Σῇ καί τῇ ἀκαταισχύντῳ ἐλπίδι καί τῇ ἀκραδάντῷ πίστει τῇ εἰς Σέ, διά πρεσβειῶν τῆς Παναχράντου Σου Μητρός καί πάντων Σου τῶν Ἁγίων, Ἀμήν.
 
 
 
 
.
 

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

« Είμαι κουρασμένος »

 
 
 
Η διαπίστωση, που λέμε συχνά στον εαυτό μας και ακούμε από τους γύρω μας, «είμαι κουρασμένος», φαίνεται πως είναι αλήθεια! Κι όμως σήμερα υπάρχουν τόσες ανέσεις, τόσες ευκολίες. Θα περίμενε κανείς ο σύγχρονος άνθρωπος να είναι πιο ξεκούραστος και με περισσότερο χρόνο.
Η μείωση της σωματικής κούρασης, σε σχέση με τις προηγούμενες κοινωνίες με τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες, αύξησε την ψυχική κούραση.
Το «είμαι κουρασμένος» αποκαλύπτει, όχι πάντα, την εσωτερική κούραση. Δείχνει πως μέσα μας υπάρχει μια απογοήτευση, ένας πόνος, μια ακαταστασία. Απουσιάζει η ειρήνη, η ισορροπία, η ασφάλεια.
Σ’ όποια ηλικία και να βρίσκεται ο άνθρωπος έχει ανάγκη από την αγάπη των γύρω του, τη στοργή και την κατανόησή τους. Χρειάζεται να αισθάνεται πως δεν τον απόρριψαν, πως αξίζει γι’ αυτό που είναι κι όχι γι’ αυτό που προσφέρει. Τότε, όσες δουλειές και να του τύχουν, έχει δύναμη και ζωντάνια. Η ζωντανή ψυχική του κατάσταση υπερβαίνει τη σωματική κούραση που γίνεται «γλυκιά κούραση».
Έτσι οι όμορφες διαπροσωπικές σχέσεις στο οικογενειακό, επαγγελματικό ή κοινωνικό περιβάλλον, είναι ουσιαστικής σημασίας για την ψυχική ηρεμία. Όμως και η πνευματική ηρεμία δεν είναι λιγότερης σημασίας. Με την έννοια της σχέσης μας με το Άγιο Πνεύμα, τον Κύριο και Θεό μας.
Ως εικόνα Θεού ο άνθρωπος και ο χριστιανός ως παιδί του Θεού, υιοθετημένος κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος, έχουν οργανική σχέση μαζί Του. Η αμαρτία διασαλεύει αυτή τη σχέση, ώστε να χάνεται η ηρεμία, η ειρήνη, η ισορροπία. Έρχεται η αναστάτωση, η σύγχυση, η ένταση, η κόπωση. Και επειδή ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική ύπαρξη, το πνευματικό επιδρά και στην ψυχή και στο σώμα.
Ο Χριστός μας είπε: «Έλατε σε μένα όλοι όσοι κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι κι εγώ θα σας ξεκουράσω» (Ματθ. 11,28). Ο λόγος του είναι αληθινός, γιατί δοκιμάστηκε από εκατομμύρια ανθρώπους ανά τους αιώνες.
Το «είμαι κουρασμένος», πέρα από της συνθήκες της δουλειάς που ενδεχομένως να προκαλούν πολλή κούραση, μπορεί να γίνεται και έμμεση κραυγή της ψυχής που ζητά συμπαράσταση από τους γύρω, κατανόηση και αγάπη, ώστε να μην πορεύεται μόνη.
Μπορεί ακόμα να γίνεται υπόμνηση στον εαυτό μας πως χρειάζεται να πλησιάσουμε το Χριστό με την προσευχή και τη μετάνοια, ώστε να φύγει το φορτίο που πλακώνει και συνθλίβει την ψυχή. Είναι το SOS της ύπαρξης που, πνιγμένη από τις μέριμνες, ζητά Αυτόν που όντως ξεκουράζει.
Βέβαια, αν δεν θέλουμε να περάσουμε την οδύνη της μετάνοιας προφασιζόμενοι ότι η κούραση του σώματος φταίει μόνο, θα περνάει η ζωή χωρίς χαρά και ανάπαυση. Το πέρασμα όμως από το χάος του εαυτού μας στο φως του Χριστού, όσο πόνο και να προκαλεί, μας φέρνει στην πρόγευση της αιώνιας μέρας με τη ξεκούρασην που γίνεται ανανέωση, ανάσταση, όντως ζωή.
 
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
 
 
 
 
 

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2015

Πώς να διδάσκεις αθόρυβα το παιδί σου !

 
 
" Σε έχει δει το παιδί σου να υποχωρείς, να ζητάς συγνώμη ;
Να χάνεις το δίκιο σου και να μην αντιμιλάς;.
Σε έχει δει το παιδί σου από τα μικρά του χρόνια να αντέχεις στον πόνο χωρίς να διαμαρτύρεσαι ,
χωρίς να γκρινιάζεις και να αγανακτείς;
Σε έχει δει όταν αποτυγχάνεις κάπου να το παίρνεις σαν αφορμή να πλησιάσεις περισσότερο τον Θεό και την ταπείνωση;
Σε έχει δει να παραδέχεσαι ένα λάθος σου;
Τότε πραγματικά θα ξέρει το παιδί σου γιατί ζει και που πηγαίνει. Θα ξέρει τον σκοπό που ζει σε αυτό τον πλανήτη και θα έχει πραγματικά αληθινούς ωραίους γονείς ,
οι οποίοι χωρίς να έχουν διαβάσει πολλα παιδαγωγικά ,
χωρις να ασχολούνται μόνο με το παιδί τους,
αλλά με αβίαστο και ξεκούραστο τρόπο μέσα από την δική τους πορεία προς τον Θεό, θα βοηθούν και τα παιδιά τους.
Και αυτό είναι πάρα πολύ ευλογημένο και αληθινό .
Είναι μια αγωγή που γίνεται από γενιά σε γενιά με τρόπό αθόρυβο και άδηλο.
Δεν φαίνεται , αλλά γίνεται και επηρεάζει τον κόσμο όλο. "
 
 
Από το βιβλίο του π.Ανδρέα Κονάνου «Αγάπη για πάντα»

 
 
.

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

Άγιος Κυπριανός και η Αγία Ιουστίνη


 

Οι Άγιοι Κυπριανός και Ιουστίνη εορτάζουν στις 2 Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Ιερά Λείψανα: Ένας εκ των ποδών του Αγίου Κυπριανού βρίσκεται στη Μονή Ιβήρων Αγίου Όρους.
Μέρος της Κάρας του Αγίου Κυπριανού βρίσκεται στον ομώνυμο Ναό Μένικου Λευκωσίας.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου Κυπριανού βρίσκεται στην ομώνυμη Μονή Φυλής Αττικής.
Η Κάρα της Αγίας Ιουστίνης βρίσκεται στη Μονή Παναχράντου Άνδρου.
Μέρος της Κάρας της Αγίας Ιουστίνης βρίσκεται στο Ναό Αγίου Κυπριανού Μενοίκου Λευκωσίας.

Απότμημα του Ιερού Λειψάνου της Αγίας Ιουστίνης βρίσκεται στη Μονή Αγίου Κυπριανού και Ιουστίνης Φυλής Αττικής.
Μέρος της χειρός του Αγίου Κυπριανού βρίσκεται στο Ναό Ζλάταρι Βουκουρεστίου.

Βιογραφία

Ο Άγιος Κυπριανός ήταν πλούσιος, ευγενής, φιλόσοφος από την Καρχηδόνα της Λιβύης. Έζησε στα χρόνια του Δεκίου (249 - 251 μ.Χ.) και εξασκούσε τη μαγική τέχνη στην Αντιόχεια.
Κάποτε ένας ειδωλολάτρης ονόματι Αγλαΐδας ερωτεύτηκε μια Χριστιανή παρθένο που ονομαζόταν Ιούστα. Η κοπέλα δεν ανταποκρινόταν στον έρωτά του κι εκείνος κατέφυγε στο διάσημο μάγο Κυπριανό. Όλα όμως τα μαγικά τεχνάσματα του Κυπριανού αποδείχθηκαν ανώφελα μπροστά στην σταθερή άρνηση της Χριστιανής κόρης. Παραδεχόμενος την χρεωκοπία της τέχνης του, έκαψε τα μαγικά του βιβλία ενώπιον του Επισκόπου Ανθίμου, ζητώντας να βαπτισθεί και να γίνει ιερεύς.

Πράγματι, ανήλθε όλες τις ιερατικές βαθμίδες και τέλος εξελέγη Επίσκοπος Καρχηδόνος. Μαζί του παρέλαβε και την Ιούστα, την οποία χειροτόνησε διακόνισσα μετονομάζοντάς την Ιουστίνα. Έδειξε αποστολικό ζήλο και γι αυτό το διέβαλαν στον Δέκιο. Εξορίσθηκε στην Αντιόχεια, όπου και φυλακίσθηκε και αργότερα στη Νικομηδεία, όπου ο Κλαύδιος τον αποκεφάλισε μαζί με την Ιουστίνα.
Τα λείψανά τους τα παρέλαβαν ευλαβείς Χριστιανοί και τα μετέφεραν στην Ρώμη, όπου και τα έθαψαν στον επισημότερο λόφο της πόλεως.

Σημείωση: Ο Μιχαήλ Ι. Γαλανός, στο έργο του «Οι Βίοι των Αγίων» έχει διαφοροποιημένο τον βίο του Άγιου Κυπριανού, και θεωρεί ιστορικές ανακρίβειες όλα τα περί μαγείας, που αναφέρονται για το πρόσωπο του συγκεκριμένου Άγιου.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας πίστεως, τὴ φωταυγεία, σκότος ἔλιπες, τῆς ἀσεβείας, καὶ φωστὴρ τῆς ἀληθείας γεγένησαι ποιμαντικῶς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Κυπριανὲ τὴ ἀθλήσει δεδόξασαι. Πάτερ Ὅσιε, τὸν Κτίστην ἠμὶν ἰλέωσαι, ὁμοὺ σὺν Ἰουστίνη τὴ Θεόφρονι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.

Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν· διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομῶν, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Κυπριανέ· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς.

Ὡς ἱεράρχην τίμιον, καὶ ἀθλητὴν στερρότατον, ἡ οἰκουμένη ἀξίως γεραίρει σέ, Κυπριανὲ ἀοίδιμε, καὶ τοὶς ὕμvοις δοξάζει, τὴν ἁγίαν σου μνήμην, αἰτοῦσα πάντοτε, πταισμάτων ἄφεσιν, διὰ σοῦ δωρηθήναι τοὶς μέλπουσιν. Ἀλληλούια.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.

Ἐκ τέχνης μαγικῆς, ἐπιστρέψας θεόφρον, πρὸς γνῶσιν θεϊκήν, ἀνεδείχθης τῷ κόσμῳ, ἀκέστωρ σοφώτατος, τὰς ἰάσεις δωρούμενος, τοῖς τιμῶσί σε, Κυπριανὲ σὺν Ἰουστίνῃ· μεθ’ ἧς πρέσβευε, τῷ Φιλανθρώπῳ Δεσπότῃ, σωθῆναι τοὺς δούλους σου.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.

Παιδευθεὶς ἐν τῇ πλάνῃ ἐπιμελῶς, ὡς ὁ Παῦλος ἐκλήθης ἐξ οὐρανοῦ, σταυρῷ ὁδηγούμενος, πρὸς τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως· τῆς γὰρ σεμνῆς Παρθένου, τῷ πόθῳ, φλεγόμενος, δι' αὐτῆς ἡρμόσθης, τῷ Πλάστη τῆς κτίσεως· ὄθεν θριαμβεύσας, τοῦ ἐχθροῦ τὸ ἀνίσχυρον, σὺν αὐτῇ κατηξίωσαι, τοῦ χοροῦ τῶν Mαρτύρων, Κυπριανὲ ἱερώτατε πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

 Ὁ Οἶκος
Τὸν σοφὸν Ἱεράρχην τιμήσωμεν, ὡς ποιμένα σοφὸν καὶ διδάσκαλον, ὅτι ἐξ ἀκανθῶν πλάνης ἤνθησεν, ὥσπερ ῥόδον τερπνότατον, καὶ ἡμᾶς τοὺς πιστοὺς κατεμύρισεν, ἰαμάτων ὀδμαῖς καὶ βολαῖς θαυμάτων· ὥστε ψάλλειν ἡμᾶς τοῦ Δαυῒδ τὴν ᾠδήν· Ἀλληλούϊα.

Μεγαλυνάριον
Πλάνης σοφιστείας ἀπολιπών, τῆς θείας σοφίας, ἀνεδείχθης λαμπρὸς φωστήρ, καὶ σὺν Ἰουστίνῃ, Κυπριανὲ ἀθλήσας, τῆς ἄνω βασιλείας, ἄμφω ἔτυχε